Φυσάει Γένοβα, φυσάει άνεμος αντίστασης…Οι λέξεις, τα συνθήματα, οι
καρδιές, σημαίες εξεγέρσεων… «Είμαστε ο στρατός της ανυπακοής, είμαστε
νέοι, είμαστε αρχαίοι. Για αιώνες έχουμε διαδηλώσει οπλισμένοι με
ιστορία βαμμένη στο κόκκινο…».
Τα συνθήματα στοχεύουν σιδερόφραχτα κάστρα και κατασταλτική φρενίτιδα. Στις αγορές του κόσμου περιπολούν οι βλοσυρές μεραρχίες της καταστολής του μέλλοντος. Οι βροντόσαυροι συσκέπτονται και προ-αποφασίζουν, προγράφουν και πυροβολούν.
Και οι πορείες των εξεγερμένων οδεύουν προς το μέλλον, και ο Κάρλο μπροστά, χωρίς να ξέρει ίσως το «γιατί;».
Κόκκινη σημαία, πράσινη σημαία, μαύρη σημαία; Δεν έχει σημασία. Είναι
εκεί, μπροστά μπροστά, κρατώντας κι ανεμίζοντας τη σημαία μας…Τα συνθήματα στοχεύουν σιδερόφραχτα κάστρα και κατασταλτική φρενίτιδα. Στις αγορές του κόσμου περιπολούν οι βλοσυρές μεραρχίες της καταστολής του μέλλοντος. Οι βροντόσαυροι συσκέπτονται και προ-αποφασίζουν, προγράφουν και πυροβολούν.
Και οι πορείες των εξεγερμένων οδεύουν προς το μέλλον, και ο Κάρλο μπροστά, χωρίς να ξέρει ίσως το «γιατί;».
Ήμουν εκεί, Κάρλο Τζουλιάνι, όταν το τρεμάμενο χέρι του
νεαρού καραμπινιέρου σου φύτεψε δυο τρύπες στο κρανίο. Εκεί, στο
μεταίχμιο του χρόνου, ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, δεύτερα πριν
καταδυθείς τροπαιούχος στο μέγα άπειρο…Στην αιμάσσουσα οθόνη του
εγκεφάλου σου πρόλαβες και είδες: Τη μάνα σου, ψηλά απ’ το μπαλκόνι,
καθώς κινούσες για την πορεία, να σου φωνάζει ψηλά απ’ το μπαλκόνι με
την απλωμένη μπουγάδα: «Κάρλο, να προσέχεις!»…
Τον πατέρα σου να σου μιλά για την κόκκινη επανάσταση και τις απογοητεύσεις που ήρθαν…
Τη θεία σου, Μαρία-Έλενα Αντζελόνι, με το σύντροφό της Τσικουρή να διαμελίζονται από αυτοσχέδια βόμβα μπρος στην Αμερικάνικη πρεσβεία στην Αθήνα - θυσία στο Μινώταυρο του αντιδικτατορικού αγώνα…
Πρόλαβες και είδες τον Μπάτι-γκολ με ένα βολ πλανέ, μέσα σε ιαχές θριάμβου, να χαρίζει το σκουντέτο στην αγαπημένη σου Ρόμα…
Ήμουν εκεί, Κάρλο… Γονατισμένος στην άλικη από το αίμα σου πλάκα του
οδοστρώματος. Σήκωσες τα μάτια σου και με βλέμμα θαμπό με κοίταξες. Ο
θάνατος ήταν εκεί και κάλπαζε. Πρόλαβες να μου βάλεις στην τσέπη του
γιλέκου μου ένα μπουκαλάκι ζείδωρο ύδωρ εξέγερσης και… καταδύθηκες… Σ’
είδα για μια στιγμή να αναδύεσαι και να σφουγγίζεις τα πληγιασμένα πόδια
του «Χριστού», του δικού μας «Χριστού», του «Χριστού» των φτωχών και
των αδύναμων όπου γης, που τώρα οργισμένος και εξεγερμένος περπατά στις
αγορές του κόσμου κραδαίνοντας φραγγέλιο…Ήμουν εκεί, Κάρλο Τζουλιάνι,
δίπλα σου, όταν την ύστερη ανάσα σου την άρπαξε ένα γκρίζο, ά-λογο
σύννεφο. Πρόλαβες να ψιθυρίσεις:
«Να διασχίσουμε τη νύχτα, να μην
παραδοθούμε»… Κάρλο Τζουλιάνι, ο νεκρός της Γένοβα, ελπίδα εξεγέρσεων. Κρατάει στην αγκαλιά του τα χιλιάδες παιδιά που πέθαναν την ίδια μέρα από πείνα. Τα χιλιάδες χαρακωμένα πρόσωπα που πέθαναν από φτώχεια. Που πέθαναν την ίδια μέρα, την ίδια στιγμή. Παγκοσμίως…
Ο Κάρλο Τζουλιάνι ήταν ΝΕΟΣ, παιδί της εξέγερσης και των οραμάτων μας. Εξεγερμένος νέος, και έτσι πρέπει να μας κατοικεί και να μας εμπνέει...
– Καλημέρα Τζουλιάνι, γεια σου εξέγερση!
Υ.Γ.: Δρίμες μέρες του θέρους. Καύματα κυνικά. Η θάλασσα να έρχεται και να ξανάρχεται εδώ στη Σκόπελο μαζί με τους πνιγμένους από Ιστορία. Είναι εύκολο να σβήσεις; Δεν είναι…Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη… «Ο αγώνας ενάντια στη λήθη, είναι αγώνας ενάντια στην εξουσία»…«Πάρτε μαζί σας νερό, το μέλλον έχει πολλή ξηρασία»…
Γ. Π. Τζ.
*
Το κείμενο γράφτηκε λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του Κάρλο Τζουλιάνι
και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΘΕΣΣΑΛΙΑ» της Μαγνησίας, 12 Αυγούστου
2001.
Σωτήρη Πέτρουλα, Σωτήρη Πέτρουλα
σε πήρε ο Λαμπράκης, σε πήρε η λευτεριά.
Μάρτυρες, ήρωες οδηγούνε
τα γαλάζια μάτια σου μας καλούνε.
Σωτήρη Πέτρουλα, Σωτήρη Πέτρουλα
Αηδόνι και λιοντάρι, βουνό και ξαστεριά.
Μάρτυρες, ήρωες οδηγούνε
τα γαλάζια μάτια σου μας καλούνε.
Σωτήρη Πέτρουλα, Σωτήρη Πέτρουλα
οδήγα το λαό σου, οδήγα μας μπροστά.
σε πήρε ο Λαμπράκης, σε πήρε η λευτεριά.
Μάρτυρες, ήρωες οδηγούνε
τα γαλάζια μάτια σου μας καλούνε.
Σωτήρη Πέτρουλα, Σωτήρη Πέτρουλα
Αηδόνι και λιοντάρι, βουνό και ξαστεριά.
Μάρτυρες, ήρωες οδηγούνε
τα γαλάζια μάτια σου μας καλούνε.
Σωτήρη Πέτρουλα, Σωτήρη Πέτρουλα
οδήγα το λαό σου, οδήγα μας μπροστά.
Aprendimos a quererte
desde la histórica altura
donde el sol de tu bravura
le puso cerco a la muerte.
desde la histórica altura
donde el sol de tu bravura
le puso cerco a la muerte.
Aquí se queda la clara,
la entrañable transparencia,
de tu querida presencia
Comandante Che Guevara.
Tu mano gloriosa y fuerte
desde la historia dispara
cuando todo Santa Clara
se despierta para verte.
Vienes quemando la brisa
con soles de primavera
para plantar la bandera
con la luz de tu sonrisa.
Tu amor revolucionario
te conduce a nueva empresa
donde esperan la firmeza
de tu brazo libertario.
Seguiremos adelante
como junto a ti seguimos
y con Fidel te decimos:
Hasta siempre, Comandante!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου