γράφει ο Χρήστος Κοτρώτσιος *
- Άσε με μωρέ με τα ανθρώπινα μπαλόνια, μου απάντησε έτσι που καθόταν στο παγκάκι και πάσχιζε να ξεφλουδίσει το πορτοκάλι με τα δάχτυλά του.
Έστριψα καμιά δεκαριά τσιγάρα για να του κάνουν συντροφιά όταν θα έπεφτε το σκοτάδι. Με ευχαρίστησε ευγενικά και τα έβαλε στη τσέπη του με τα γεμάτα ζουμιά χέρια του (δύο τρία τσιγάρα θα έχουν γεύση πορτοκάλι). Πέταξε μια βρισιά χαμηλόφωνα και άρχισε να μασουλάει.
- Τι είναι τα ανθρώπινα μπαλόνια βρε Σωκράτη;
- Μη μου κάνεις τον ανήξερο. Τα έχεις δει και εσύ, τα έχεις ζήσει. Τα έχεις φουσκώσει, τα έχεις ξεφουσκώσει, σου έφυγαν απ’ τα χέρια και τράβηξαν στους δικούς τους ουρανούς μακριά απ’ τη δική σου ζωή. Μερικά τα έχεις σκάσει και εσύ ο ίδιος, μη μου κάνεις τον ανήξερο λοιπόν.
Χαμογέλασα και δεν είπα τίποτα, περιμένοντας να καταπιεί και το τελευταίο κομμάτι.
- Ρε Σωκράτη, πάμε να σε κεράσω ένα καφέ να κάνουμε παρέα ο ένας στον άλλο.
- Πάμε, να σου δείξω και κανένα μπαλόνι από αυτά που, δήθεν, δεν καταλαβαίνεις.
Καθίσαμε στη μικρή καφετέρια λίγα μέτρα πιο κάτω. Η σερβιτόρα κοίταξε υποτιμητικά τον Σωκράτη, κάτι που με έκανε να εκνευριστώ λιγάκι. Για να της φρενάρω την αλαζονική στάση της, της ζήτησα με αυστηρό ύφος δύο ζεστούς καφέδες και δύο σάντουιτς. Μόλις έφερε την παραγγελία, έβγαλα επιδεικτικά απ’ την τσέπη μου το γεμάτο πορτοφόλι και αφού πλήρωσα το λογαριασμό, της άφησα γερό φιλοδώρημα. Κατέβασε το κεφάλι, με ευχαρίστησε και έφυγε. Ο Σωκράτης έπιασε την ευχαρίστηση στο βλέμμα μου.
- Είσαι και εσύ λοιπόν ένα μικρό ανθρώπινο μπαλονάκι.
- Τι εννοείς Σωκράτη;
- Δες αυτή τη γυναίκα, την ψηλή ξανθιά με το ταγιέρ που περνάει καμαρωτή με ύφος σνομπ και μια απέχθεια για οτιδήποτε τριγύρω της που δεν της προσφέρει κάτι. Δες και αυτόν τον κουστουμαρισμένο νεαρό που δεν θα σου χαμογελάσει ποτέ αν δεν διακρίνει κάποια πιθανότητα κέρδους από εσένα. Ανθρώπινα μπαλόνια αγόρι μου είναι και οι δύο, ανθρώπινο μπαλονάκι είσαι και εσύ. Όσο πιο πολύ σε φουσκώσουν τόσο πιο πολύ διακρίνεσαι ανάμεσα σε άλλα μπαλόνια. Αφήνεις να σε φουσκώνουν, ζητάς να σε φουσκώνουν. Ξεχνάς όμως αγόρι μου την πιθανότητα του σκασίματος. Και ξέρεις αγόρι μου πόσα άλλα μπαλόνια περιμένουν στη σειρά τους για φούσκωμα;
Την τελευταία πρόταση, την πέταξε με ύφος πονηρό και ένα σατανικό χαμόγελο.
Ο Σωκράτης, ο φαφούτης φτωχός γεροζητιάνος, το βρώμικο ξεφούσκωτο μπαλόνι που πλησιάζει τον Ήλιο όσο δεν φαντάζονται τα άλλα μπαλόνια, τα εντυπωσιακά και φουσκωμένα…
* ο Χρήστος
Κοτρώτσιος είναι συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου